- τεσσερισήμισι
- (αρσ. και θηλ.), τεσσεράμισι (ουδ.): Τεσσερισήμισι αιώνες, αλλά Τεσσεράμισι λεπτά.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.